Με την 1901/2014 απόφαση της Ολομελείας του Δικαστηρίου απορρίφθηκε αίτηση ακυρώσεως κατά της υπ΄ αριθ. ΟΙΚ.02/11.6.2013 αποφάσεως του Υφυπουργού στον Πρωθυπουργό και του Υπουργού Οικονομικών «Κατάργηση της δημόσιας επιχείρησης “Ελληνική Ραδιοφωνία - Τηλεόραση, Ανώνυμη Εταιρεία” (ΕΡΤ - A.E.)» (B΄ 1414).
Με την απόφαση αυτή κρίθηκαν, ειδικότερα, μεταξύ άλλων, τα εξής: Με τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1, 5 Α παρ. 1, 14 παρ. 1,2 και 9 και 15 παρ. 2 του Συντάγματος το κράτος καθίσταται ο ρυθμιστής της λειτουργίας της ραδιοτηλεόρασης και ο εγγυητής του πλουραλισμού των ιδεών και των πληροφοριών που μεταδίδονται. Το κράτος (η νομοθετική και η εκτελεστική εξουσία, καθώς και το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, ως ανεξάρτητη διοικητική αρχή) υποχρεούται, απέχοντας από επεμβάσεις στο περιεχόμενο των εκπομπών, να λαμβάνει όλα τα αναγκαία θετικά μέτρα (νομοθετικά, οργανωτικά, διοικητικά και ουσιαστικά), περιλαμβανομένης της επιβολής και εκτέλεσης των προβλεπομένων κυρώσεων, ώστε να διασφαλίζεται η καθολική παροχή της ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας στην εθνική επικράτεια με πλήρη σεβασμό των συνταγματικών αξιών, με διαφάνεια ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς, την οικονομική κατάσταση και τη χρηματοδότηση των μέσων ενημέρωσης, καθώς και με την αποτροπή της συγκέντρωσης του ελέγχου των μέσων αυτών. Από τις ως άνω, όμως, συνταγματικές διατάξεις δεν προκύπτει ότι επιβάλλεται η λειτουργία δημόσιου φορέα ραδιοτηλεόρασης. Ο νομοθέτης έχει την ευχέρεια, συνεκτιμώντας την οικονομική δυνατότητα του Κράτους σε κάθε συγκεκριμένη χρονική περίοδο, να επιλέξει αν, με κριτήριο την αποτελεσματικότερη εφαρμογή των συνταγματικών επιταγών για τη ραδιοτηλεόραση, είναι αναγκαίο και δυνατό να ιδρυθεί δημόσιος φορέας ραδιοτηλεόρασης. Σε περίπτωση, κατά την οποία επιλεγεί η ίδρυση δημόσιου φορέα ραδιοτηλεόρασης, αυτός επιβάλλεται, σύμφωνα με το Σύνταγμα, να έχει πλουραλιστική δομή, να οργανώνεται κατά τρόπο που αποτρέπει κυβερνητικές και κομματικές επιρροές και να λειτουργεί αυστηρά με βάση τις αρχές της αντικειμενικότητας, της αμεροληψίας και της πολυφωνίας. Οίκοθεν νοείται ότι η εκάστοτε νομοθετική επιλογή υπόκειται στον δικαστικό έλεγχο ως προς τη συμφωνία της με τις προμνημονευόμενες συνταγματικές επιταγές. Κατόπιν τούτων, ο λόγος ακυρώσεως κατά τον οποίο η προσβαλλόμενη πράξη με την οποία καταργείται η ΕΡΤ ΑΕ και παύει να υπάρχει πάροχος της δημόσιας υπηρεσίας στον τομέα της ραδιοτηλεόρασης πρέπει να ακυρωθεί λόγω αντιθέσεως των διατάξεων κατ΄ εξουσιοδότηση των οποίων εκδόθηκε (άρθρο 14Β του ν. 3429/2005) στο άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος, το οποίο επιβάλλει, κατά τους αιτούντες, την απρόσκοπτη λειτουργία δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού φορέα, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, προεχόντως διότι στηρίζεται στην εσφαλμένη εκδοχή ότι το άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος επιβάλλει να υπάρχει δημόσια ραδιοτηλεόραση. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από την ίδια πράξη, η κατάργηση της ΕΡΤ Α.Ε. έγινε, πέραν των δημοσιονομικών λόγων, με σκοπό να ιδρυθεί νέος φορέας δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, ο νόμος για την ίδρυση του οποίου (ν. 4173/2013) δημοσιεύθηκε πριν από τη συζήτηση της αιτήσεως ακυρώσεως, σύμφωνα δε με τις διατάξεις του νόμου αυτού ο ορισμός των οργάνων διοίκησης του νέου φορέα γίνεται, με εξαίρεση τον πρώτο ορισμό, χωρίς την ανάμιξη της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας. Άλλωστε, μέχρι να τεθεί σε λειτουργία ο νέος φορέας, άρχισε να λειτουργεί μεταβατικός φορέας δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, ενώ συνεχίσθηκε, απρόσκοπτα, υπό τον έλεγχο του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, και η λειτουργία των ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών σταθμών εθνικής και τοπικής εμβέλειας. Επιπροσθέτως, ούτε από τις διατάξεις του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ απορρέει για τα συμβαλλόμενα κράτη υποχρέωση να θεσπίζουν δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα, εφόσον υπάρχουν άλλα μέσα για τη διασφάλιση της ποιότητας και της ισορροπίας των προγραμμάτων Επομένως, εφόσον στην Ελλάδα υπάρχουν άλλα μέσα ενημέρωσης για τη διασφάλιση της ποιότητας και της ισορροπίας των προγραμμάτων, με τη λειτουργία μεγάλου αριθμού ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών σταθμών υπό τον έλεγχο ανεξάρτητης αρχής («Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης»), η κατάργηση της ΕΡΤ Α.Ε. και των θυγατρικών της, με σκοπό μάλιστα να ιδρυθεί νέος φορέας δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, δεν παραβιάζει το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ. Εξάλλου, η κατάργηση του υφιστάμενου φορέα δημόσιας ραδιοτηλεόρασης και η διακοπή λειτουργίας του μέχρι τη λειτουργία νέου, προς τον σκοπό «εξορθολογισμού της παροχής, της λειτουργίας και του κόστους οργάνωσης της δημοσίας ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας μέσω της ίδρυσης και διαμόρφωσης ενός νέου οργανισμού-προτύπου», συνιστά επιλογή του νομοθέτη αρχικώς και της κανονιστικώς δρώσης Διοικήσεως τελικώς. Η τελευταία αυτή επιλογή συνιστά ουσιαστική κρίση, η οποία ελέγχεται μόνο αν προβάλλεται με συγκεκριμένους ισχυρισμούς και προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι παρίσταται αυθαίρετη και προδήλως απρόσφορη για την επίτευξη του επιδιωκομένου με την κανονιστική ρύθμιση σκοπού, στην προκείμενη δε περίπτωση, η Διοίκηση με τις απόψεις της και τα έγγραφα που προσκομίζει τεκμηριώνει κατ’ αρχήν την κρίση της για το πρόσφορο της ως άνω επιλογής για την επίτευξη των επιδιωκόμενων σκοπών δημοσίου συμφέροντος.
Με την απόφαση αυτή κρίθηκαν, ειδικότερα, μεταξύ άλλων, τα εξής: Με τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1, 5 Α παρ. 1, 14 παρ. 1,2 και 9 και 15 παρ. 2 του Συντάγματος το κράτος καθίσταται ο ρυθμιστής της λειτουργίας της ραδιοτηλεόρασης και ο εγγυητής του πλουραλισμού των ιδεών και των πληροφοριών που μεταδίδονται. Το κράτος (η νομοθετική και η εκτελεστική εξουσία, καθώς και το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, ως ανεξάρτητη διοικητική αρχή) υποχρεούται, απέχοντας από επεμβάσεις στο περιεχόμενο των εκπομπών, να λαμβάνει όλα τα αναγκαία θετικά μέτρα (νομοθετικά, οργανωτικά, διοικητικά και ουσιαστικά), περιλαμβανομένης της επιβολής και εκτέλεσης των προβλεπομένων κυρώσεων, ώστε να διασφαλίζεται η καθολική παροχή της ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας στην εθνική επικράτεια με πλήρη σεβασμό των συνταγματικών αξιών, με διαφάνεια ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς, την οικονομική κατάσταση και τη χρηματοδότηση των μέσων ενημέρωσης, καθώς και με την αποτροπή της συγκέντρωσης του ελέγχου των μέσων αυτών. Από τις ως άνω, όμως, συνταγματικές διατάξεις δεν προκύπτει ότι επιβάλλεται η λειτουργία δημόσιου φορέα ραδιοτηλεόρασης. Ο νομοθέτης έχει την ευχέρεια, συνεκτιμώντας την οικονομική δυνατότητα του Κράτους σε κάθε συγκεκριμένη χρονική περίοδο, να επιλέξει αν, με κριτήριο την αποτελεσματικότερη εφαρμογή των συνταγματικών επιταγών για τη ραδιοτηλεόραση, είναι αναγκαίο και δυνατό να ιδρυθεί δημόσιος φορέας ραδιοτηλεόρασης. Σε περίπτωση, κατά την οποία επιλεγεί η ίδρυση δημόσιου φορέα ραδιοτηλεόρασης, αυτός επιβάλλεται, σύμφωνα με το Σύνταγμα, να έχει πλουραλιστική δομή, να οργανώνεται κατά τρόπο που αποτρέπει κυβερνητικές και κομματικές επιρροές και να λειτουργεί αυστηρά με βάση τις αρχές της αντικειμενικότητας, της αμεροληψίας και της πολυφωνίας. Οίκοθεν νοείται ότι η εκάστοτε νομοθετική επιλογή υπόκειται στον δικαστικό έλεγχο ως προς τη συμφωνία της με τις προμνημονευόμενες συνταγματικές επιταγές. Κατόπιν τούτων, ο λόγος ακυρώσεως κατά τον οποίο η προσβαλλόμενη πράξη με την οποία καταργείται η ΕΡΤ ΑΕ και παύει να υπάρχει πάροχος της δημόσιας υπηρεσίας στον τομέα της ραδιοτηλεόρασης πρέπει να ακυρωθεί λόγω αντιθέσεως των διατάξεων κατ΄ εξουσιοδότηση των οποίων εκδόθηκε (άρθρο 14Β του ν. 3429/2005) στο άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος, το οποίο επιβάλλει, κατά τους αιτούντες, την απρόσκοπτη λειτουργία δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού φορέα, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, προεχόντως διότι στηρίζεται στην εσφαλμένη εκδοχή ότι το άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος επιβάλλει να υπάρχει δημόσια ραδιοτηλεόραση. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από την ίδια πράξη, η κατάργηση της ΕΡΤ Α.Ε. έγινε, πέραν των δημοσιονομικών λόγων, με σκοπό να ιδρυθεί νέος φορέας δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, ο νόμος για την ίδρυση του οποίου (ν. 4173/2013) δημοσιεύθηκε πριν από τη συζήτηση της αιτήσεως ακυρώσεως, σύμφωνα δε με τις διατάξεις του νόμου αυτού ο ορισμός των οργάνων διοίκησης του νέου φορέα γίνεται, με εξαίρεση τον πρώτο ορισμό, χωρίς την ανάμιξη της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας. Άλλωστε, μέχρι να τεθεί σε λειτουργία ο νέος φορέας, άρχισε να λειτουργεί μεταβατικός φορέας δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, ενώ συνεχίσθηκε, απρόσκοπτα, υπό τον έλεγχο του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, και η λειτουργία των ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών σταθμών εθνικής και τοπικής εμβέλειας. Επιπροσθέτως, ούτε από τις διατάξεις του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ απορρέει για τα συμβαλλόμενα κράτη υποχρέωση να θεσπίζουν δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα, εφόσον υπάρχουν άλλα μέσα για τη διασφάλιση της ποιότητας και της ισορροπίας των προγραμμάτων Επομένως, εφόσον στην Ελλάδα υπάρχουν άλλα μέσα ενημέρωσης για τη διασφάλιση της ποιότητας και της ισορροπίας των προγραμμάτων, με τη λειτουργία μεγάλου αριθμού ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών σταθμών υπό τον έλεγχο ανεξάρτητης αρχής («Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης»), η κατάργηση της ΕΡΤ Α.Ε. και των θυγατρικών της, με σκοπό μάλιστα να ιδρυθεί νέος φορέας δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, δεν παραβιάζει το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ. Εξάλλου, η κατάργηση του υφιστάμενου φορέα δημόσιας ραδιοτηλεόρασης και η διακοπή λειτουργίας του μέχρι τη λειτουργία νέου, προς τον σκοπό «εξορθολογισμού της παροχής, της λειτουργίας και του κόστους οργάνωσης της δημοσίας ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας μέσω της ίδρυσης και διαμόρφωσης ενός νέου οργανισμού-προτύπου», συνιστά επιλογή του νομοθέτη αρχικώς και της κανονιστικώς δρώσης Διοικήσεως τελικώς. Η τελευταία αυτή επιλογή συνιστά ουσιαστική κρίση, η οποία ελέγχεται μόνο αν προβάλλεται με συγκεκριμένους ισχυρισμούς και προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι παρίσταται αυθαίρετη και προδήλως απρόσφορη για την επίτευξη του επιδιωκομένου με την κανονιστική ρύθμιση σκοπού, στην προκείμενη δε περίπτωση, η Διοίκηση με τις απόψεις της και τα έγγραφα που προσκομίζει τεκμηριώνει κατ’ αρχήν την κρίση της για το πρόσφορο της ως άνω επιλογής για την επίτευξη των επιδιωκόμενων σκοπών δημοσίου συμφέροντος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου